Αυτό που έχω να πω δεν είναι τίποτε καινούριο και δεν επιδιώκει να είναι τίποτε περισσότερο από τη γνώμη ενός ανεξάρτητου και τίμιου ανθρώπου, ο οποίος, απαλλαγμένος από το βάρος ταξικών ή εθνικών προκαταλήψεων, δεν επιθυμεί τίποτε άλλο από το καλό της ανθρωπότητας και της αρμονικότερης μορφής ζωής.
Αν σε αυτά που ακολουθούν γράφω σαν να είχα σαφή γνώμη για ορισμένα πράγματα και σαν να ήμουνα βέβαιος για την αλήθεια όσων λέγω, γίνεται απλά προς χάρη ενός ευκολότερου τρόπου έκφρασης. Δε γίνεται από απεριόριστη αυτοπεποίθηση ή πίστη στο αλάνθαστο της κάπως απλοϊκής διανοητικής μου σύλληψης των προβλημάτων, τα οποία είναι στην πραγματικότητα ασυνήθιστα περίπλοκα.
Όπως το βλέπω, αυτή η κρίση διαφέρει σε χαρακτήρα από τις παλιότερες κρίσεις στο ότι βασίζεται σε εντελώς νέες συνθήκες, εξαιτίας της ταχύτατης προόδου των μέσων παραγωγής. Μόνο ένα κλάσμα της ανθρώπινης εργασίας στον κόσμο απαιτείται για την παραγωγή του συνολικού ποσού των καταναλωτικών αγαθών των αναγκαίων για τη ζωή. Κάτω από ένα εντελώς ελεύθερο οικονομικό σύστημα, το γεγονός αυτό οδηγεί στην ανεργία.
Για λόγους τους οποίους δεν προτίθεμαι να αναλύσω εδώ, η πλειοψηφία των ανθρώπων είναι υποχρεωμένη να εργάζεται με το χαμηλότερο μισθό με τον οποίο μπορεί να διατηρηθεί στη ζωή. Αν δυο εργοστάσια παράγουν το ίδιο είδος προϊόντων και άλλα ισότιμα είδη, αυτό που θα καταφέρει να χρησιμοποιήσει λιγότερους εργάτες —αναγκάζοντας τον κάθε εργάτη να εργάζεται τόσο σκληρά όσο θα του επέτρεπε η ανθρώπινη αντοχή του— αυτό το εργοστάσιο θα παρήγαγε φτηνότερα τα προϊόντα του.
Από αυτό αναπόφευκτα έπεται πως, με τις μεθόδους παραγωγής που χρησιμοποιούνται σήμερα, μόνο ένα μέρος της διαθέσιμης εργατικής δύναμης μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Κι ενώ απαιτούνται παράλογα πράγματα από αυτό το κομμάτι, το υπόλοιπο αυτόματα εξαιρείται από τη διαδικασία της παραγωγής. Αυτό οδηγεί σε μια πτώση των πωλήσεων και των κερδών.
Οι επιχειρήσεις καταστρέφονται, κάτι το οποίο ενισχύει την αύξηση της ανεργίας και ελαττώνει την εμπιστοσύνη στη βιομηχανία και συνεπώς τη συμμετοχή του κοινού σε αυτές τις ενδιάμεσες τράπεζες. Τελικά, οι τράπεζες γίνονται αφερέγγυες μέσω της αιφνίδιας απόσυρσης των καταθέσεων και οι τροχοί της βιομηχανίας από κει και πέρα καταλήγουν σε πλήρη ακινησία.
Υπερπαραγωγή. Πρέπει να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ δύο πραγμάτων εδώ — την αληθινή υπερπαραγωγή και τη φαινομενική υπερπαραγωγή. Με την έννοια αληθινή υπερπαραγωγή εννοώ μια παραγωγή τόσο μεγάλη ώστε να ξεπερνά τη ζήτηση.
Αυτό ίσως να αφορά τα αυτοκίνητα και το σιτάρι στις Ηνωμένες Πολιτείες προς το παρόν, αν και αυτό είναι αμφίβολο. Με τον όρο υπερπαραγωγή οι άνθρωποι συνήθως εννοούν κάποιες συνθήκες πραγμάτων στις οποίες παράγονται περισσότερα από ένα κομμάτια επιπλέον αυτών που μπορούν να πωληθούν κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, σε πείσμα της έλλειψης των καταναλωτικών αγαθών ανάμεσα στους καταναλωτές. Αυτή την κατάσταση πραγμάτων εγώ αποκαλώ φαινομενική υπερπαραγωγή.
Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι η ζήτηση που είναι ελλειμματική αλλά η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Μια τέτοια φαινομενική υπερπαραγωγή είναι μια άλλη ονομασία της κρίσης και συνεπώς δεν μπορεί να δοθεί ως εξήγηση της τελευταίας. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι που προσπαθούν να παρουσιάσουν την υπερπαραγωγή υπεύθυνη για την κρίση, παίζουν απλά με τις λέξεις.
1) Επανορθώσεις. Η υποχρέωση να πληρώνουν επανορθώσεις πιέζει σοβαρά τα έθνη που χρωστούν και τις βιομηχανίες τους και τα υποχρεώνει να προχωρήσουν σε μεθόδους ντάμπινγκ* και έτσι ζημιώνουν επίσης και τα έθνη που κάνουν την πίστωση.
Αυτό πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Αλλά η εμφάνιση της κρίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρά το τείχος των υψηλών φόρων που τις προστατεύει, αποδεικνύει πως αυτό δεν μπορεί να είναι η πρωταρχική αιτία της παγκόσμιας κρίσης. Η έλλειψη χρυσού στις χρεωμένες χώρες λόγω των επανορθώσεων μπορεί το πολύ να χρησιμεύσει σαν ένα επιχείρημα για να θέσουμε ένα τέλος σε αυτές τις πληρωμές. Δεν μπορεί όμως να παρουσιαστεί σαν εξήγηση της παγκόσμιας κρίσης.
Ύψωση νέων τειχών από φόρους. Αύξηση στο μη παραγωγικό βάρος των εξοπλισμών. Πολιτική ανασφάλεια λόγω του λανθάνοντος κινδύνου του πολέμου. Όλα αυτά τα πράγματα συμβάλλουν σε σημαντικό βαθμό στα προβλήματα της Ευρώπης, αλλά δε θίγουν υλικά την Αμερική. Η εμφάνιση της κρίσης στην Αμερική δείχνει ότι δεν μπορούν αυτά να είναι οι πρωταρχικές της αιτίες.
2) Η πτώση των δυο Δυνάμεων, Κίνας και Ρωσίας. Αυτό το πλήγμα στο παγκόσμιο εμπόριο επίσης δεν αγγίζει την Αμερική από πολύ κοντά και συνεπώς δεν μπορεί να είναι ο πρωταρχικός λόγος της κρίσης.
3) Η οικονομική άνοδος των κατωτέρων τάξεων έπειτα από τον πόλεμο. Αυτό που υποτίθεται πως είναι πραγματικότητα μπορεί μόνο να φέρει έλλειψη αγαθών και όχι υπεραφθονία.
Γι’ αυτό και υπάρχουν εκείνοι που με κάθε σοβαρότητα απαγορεύουν τις τεχνικές βελτιώσεις. Αυτό είναι προφανώς παράλογο. Αλλά πώς μπορούμε να βρούμε μια λογική οδό για να βγούμε από το δίλημμα;
Αν μπορούσαμε κάπως και καταφέρναμε να αποτρέψουμε την πτώση της αγοραστικής δύναμης των μαζών, μετρούμενης με τα αγαθά, κάτω από ένα συγκεκριμένο μίνιμουμ, οι διακοπές του βιομηχανικού κύκλου, έτσι όπως τον βλέπουμε σήμερα, θα ήταν αδύνατες.
Η λογικά απλούστερη αλλά και πλέον τολμηρή μέθοδος για να το επιτύχουμε αυτό είναι μια απόλυτα σχεδιασμένη οικονομία, στην οποία τα καταναλωτικά αγαθά παράγονται και διανέμονται από την κοινότητα.
Αυτό κατά βάση είναι που επιχειρείται στη Ρωσία σήμερα. Πολλά θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα αυτού του πειράματος. Θα ήταν επικίνδυνο να τολμήσουμε κάποια προφητεία εδώ. Μπορούν τα αγαθά να παραχθούν το ίδιο οικονομικά κάτω από αυτό το σύστημα, όσο και κάτω από κάποιον που αφήνει ελευθερία στην ιδιωτική πρωτοβουλία; Μπορεί αυτό το σύστημα να διατηρηθεί χωρίς την τρομοκρατία που μέχρι τώρα το συντρόφευε, το οποίο κανένας από μας τους δυτικούς δε θα ήθελε να φορτωθεί;
Ένα τόσο συμπαγές κεντρικοποιημένο σύστημα δεν τείνει προς την προστασία και την εχθρότητα στις επωφελείς επινοήσεις; Πρέπει να προσέξουμε όμως να μην επιτρέψουμε αυτές οι υποψίες να γίνουν προκαταλήψεις που μας αποτρέπουν από το να σχηματίσουμε μια αντικειμενική κρίση.
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι προτιμώνται εκείνες οι μέθοδοι που σέβονται τις υπάρχουσες παραδόσεις και έθιμα, όσο είναι αυτό δυνατό, και ταυτίζονται, κατά κάποιο τρόπο, με το σκοπό που έχουμε κατά νου. Ούτε πιστεύω πάλι πως μια ξαφνική μεταβίβαση του ελέγχου της βιομηχανίας στα χέρια του κοινού θα βοηθούσε την παραγωγή.
Στην ιδιωτική πρωτοβουλία θα πρέπει να αφεθεί η σφαίρα της δραστηριότητάς της, καθώς τίποτε δεν έχει ήδη εξαφανιστεί από την ίδια τη βιομηχανία με τη μορφή της καρτελοποίησης.
Υπάρχουν όμως δυο σημεία που αυτή η οικονομική ελευθερία πρέπει να περιοριστεί. Σε κάθε κλάδο της βιομηχανίας ο αριθμός των εργάσιμων ωρών ανά βδομάδα πρέπει να ελαττωθεί διά νόμου, ώστε η ανεργία να καταργηθεί σταδιακά. Την ίδια στιγμή, οι ελάχιστοι μισθοί πρέπει να σταθεροποιηθούν με τρόπο ώστε η αγοραστική δύναμη των εργατών να συμβαδίζει με την παραγωγή.
Επιπλέον, σε εκείνες τις βιομηχανίες οι οποίες έχουν αποκτήσει μονοπωλιακό χαρακτήρα λόγω της οργάνωσης των παραγωγών, οι τιμές πρέπει να ελέγχονται από την πολιτεία, ώστε να διατηρείται η παραγωγή του νέου κεφαλαίου, μέσα σε λογικά όρια, και να εμποδίζεται ο τεχνικός στραγγαλισμός της παραγωγής και της κατανάλωσης.
Με αυτό τον τρόπο ίσως μπορέσουμε να εγκαθιδρύσουμε μια ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, χωρίς πολύ μεγάλους περιορισμούς στην ιδιωτική επιχείρηση, και την ίδια στιγμή να σταματήσουμε την αβάσταχτη τυραννία των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής (γη, μηχανές) επί των μισθωτών, με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου