Η μυθολογία είναι πλούσια σε εντυπωσιακές ιστορίες. Πολλές από αυτές έχουν ως πρωταγωνιστές ή σε κομβικούς ρόλους, σκύλους. Παρακάτω θα δούμε μερικές από αυτές.
Λαίλαπας, ο υπέρ-κυνηγός
Οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν το κυνήγι και μάλιστα το κυνήγι με σκύλους. Υπάρχουν αρκετές ιστορίες με κυνηγόσκυλα, αλλά αυτή που ξεχωρίζει είναι αυτή του Λαίλαπα, που πάντα έπιανε ότι κυνηγούσε.
Ο Λαίλαπας ήταν δημιούργημα του Ήφαιστου και άνηκε στον Δία. Αυτός το χάρισε στην ερωμένη του Ευρώπη που με την σειρά της τον χάρισε στο βασιλιά της Κρήτης.
Κάποτε, πήγε στην Κρήτη η Προκρίδα, κόρη του βασιλιά Ερεχθέα της Αθήνας. Η Προκρίδα ήταν σύζυγος του Κέφαλου και το ζευγάρι αγαπούσε πάρα πολύ το κυνήγι. Ο Κέφαλος, κάποια στιγμή, έστησε μια παγίδα στην Προκρίδα για να δεί αν του ήταν πιστή, αλλά εκείνη ετοιμάστηκε να τον απατήσει και μόλις ανακαλύφθηκε από τον Κέφαλο έφυγε ντροπιασμένη για την Κρήρη όπου φιλοξενήθηκε από τον Μίνωα, που ήταν άτεκνος.
Τον θεράπευσε με ένα μαγικό βότανο, την “κιρκαία ρίζα” και ο Μίνωας της δώρισε ένα δόρυ που δεν λάθευε και με τον Λαίλαπα που έπιανε ότι κυνηγούσε.
Η Προκρίδα επέστρεψε στην Αθήνα και έστησε με την σειρά της μια παγίδα στον Κέφαλο. Μέσα από τις δολοπλοκίες και τις ίντριγκες, το ζευγάρι έλυσε τις παρεξηγήσεις του και η Προκρίδα δώρισε το ακόντιο και τον Λαίλαπα στον Κέφαλο. Από λάθος, ο Κέφαλος σκότωσε την σύζυγο του με το δόρυ και εξορίστηκε από την Αττική.Αυτό τον έφερε στην Θήβα και στον βασιλιά Αμφιτρύωνα που ήθελε να απαλλαγεί από μια αλεπού που κανείς δεν μπορούσε να σκοτώσει.
Ο Αμφιτρύωνας έβαλε τον Λαίλαπα να κυνηγήσει την αλεπού, αλλά δεν μπορούσε να την φτάσει. Την κυνηγούσε συνέχεια στα δάση του Τευμησσού, αλλά ποτέ δεν την έπιανε. Ο Δίας από οίκτο πέτρωσε και τα δύο ζώα.
Για πολλούς είναι η Λαίλαπα, θηλυκού γένους σκύλος.
Κέρβερος, ο ατρόμητος φύλακας
Ο Κέρβερος ήταν το σκυλί του Άδη, του Θεού του κάτω κόσμου, που δεν επέτρεπε στις ψυχές των νεκρών να φύγουν, ούτε άφηνε τους θνητούς να περάσουν τις πύλες του κόσμου του θανάτου και να διαταράξουν την νεκρική γαλήνη.
Δεν ήταν όμως ένας απλό σκύλος φύλακας. Μπορεί να είχε την μορφή, μέχρι ένα σημείο και την αφοσίωση ενός σκύλου, ήταν όμως ένα φοβερό τέρας.
Κάποιες πηγές τον περιγράφουν σαν τσοπανόσκυλο που χαρωπά καλόπιανε τους νεκρούς ώστε να περάσουν τις πύλες του Άδη. Μετά όμως του κατασπάραζε αν προσπαθούσαν να φύγουν. Άλλοτε τον παρίσταναν με τρία κεφάλια και με φίδια για ουρά.
Σαν αδέρφια του Κέρβερου εικάζονται ο Όρθος, η Λερναία Ύδρα, η Χίμαιρα, η Σκύλλα και το Λιοντάρι της Νεμαίας.
Ο ανίκητος Κέρβερος νικήθηκε μόνο μια φορά, από τον Ηρακλή που τον έφερε στον βασιλιά Ευρυσθέα σαν έναν από τους άθλους του. Η όψη του Κέρβερου όμως φόβισε τον βασιλιά που διέταξε τον Ηρακλή να τον πάει πίσω, στον Άδη.
Ο μύθος του Ακταίωνα
Η τραγική ιστορία του μεγάλου κυνηγού Ακταίωνα είχε εμπνεύσει τους ποιητές Φρύνινο, Ισφώντα και Κλεοφώντα, που έγραψαν τραγωδίες με τίτλο «Ακταίων».
Είναι πολύ πιθανό να είχαν υποθέσει το μύθο του παλλικαριού αυτού και οι «Τοξοτίδες» του Αισχύλου. Ακόμη η τιμωρία του από την Αρτεμη είχε εμπνεύσει πολλούς Ελληνες και Ρωμαίους καλλιτέχνες.
Ο Ακταίων ήταν γιος της κόρης του Κάδμου, Αυτονόης και του Αρισταίου. Τον ανάθρεφε στη σπηλιά του ο Κένταυρος Χείρων, που τον δίδαξε την τέχνη του κυνηγού.
Ο Ακταίων είχε 50 λαγωνικά που αγαπούσε πολύ. Τους είχε δώσει και ονόματα:
Χάρων, Άρπνια, Παμφάγος, Τίγρης, Νεβροφόνος, Κόραξ κλπ.
Έγινε τόσο σπουδαίος κυνηγός, που συντρόφευε την ίδια την Άρτεμη, τη θεά του κυνηγιού, στις εξορμήσεις της.
Κάποια μέρα ο Ακταίων πήρε τα σκυλιά του σε μια πηγή του Κιθαιρώνα για να τα ποτίσει.Για κακή του τύχη εκεί λουζόταν η θεά και άθελά του ο νέος την είδε γυμνή.
Η θεά εξοργίστηκε και τον μεταμόρφωσε σε ελάφι. Αγρίεψε και τα σκυλιά του, που όρμησαν πάνω του και τον κατασπάραξαν. Όταν τα πιστά ζώα συνήλθαν, άρχισαν να αναζητούν τον αφέντη τους, ώσπου έφτασαν στη σπηλιά του Χείρωνα.
Εκείνος, βλέποντας τον πόνο τους, έφτιαξε ένα ομοίωμα του Ακταίωνα για να τον βλέπουν τα σκυλιά και να παρηγοριούνται.
Ο Ακταίων έγινε φάντασμα και τρομοκρατούσε τους κατοίκους της χώρας των Ορχομενίων. Μετά από συμβουλή του Μαντείου των Δελφών, οι Ορχομένιοι βρήκαν τα κόκαλα του παλικαριού και τα έθαψαν.Έφτιαξαν και μια εικόνα από χαλκό που έμοιαζε με το φάντασμα και την κάρφωσαν σ’ ένα βράχο μ’ένα σιδερένιο καρφί.
Υπάρχουν πληροφορίες ότι μέχρι τουλάχιστον το 2ο αιώνα μ.Χ., οι Ορχομένιοι, καθώς και κάτοικοι άλλων περιοχών πρόσφεραν ηρωικές τιμές στον Ακταίωνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου