Είναι πολλές ακόμη οι γραφές που μένει να αποκρυπτογραφηθούν και να μας
αποκαλύψουν τα μυστικά των λαών που τις δημιούργησαν, με τη γοητεία του
άγνωστου να στραφταλίζει σαν χρυσόσκονη πάνω στην ιστορία και να δίνει
λαβή για δεκάδες υποθέσεις και έρευνες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η γραφή του δίσκου της Φαιστού και
φυσικά η Γραμμική Α των Μινωιτών. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι η
“γοητευτική περιπέτεια της Κρητικής αρχαιολογίας”, όπως αποκαλείται,
οφείλει σε μεγάλο βαθμό την “επίσημη” γέννησή της στην γραφή καθώς αυτή
ήταν που έφερε στην Κρήτη τον Άρθουρ Εβανς, τον άνθρωπο που “επισήμως”
ξεκίνησε πρώτος τις ανασκαφές στην Κρήτη, φέρνοντας καταρχήν στο φως το
ανάκτορο της Κνωσού και θεμελιώνοντας την Μινωική Αρχαιολογία, δίνοντας της μάλιστα αυτό το όνομα εμπνευσμένος από τον Βασιλιά της Κρήτης Μίνωα.
Aς ξετυλίξουμε το κουβάρι των αρχαίων γραφών της Κρήτης από
τον λόγο που έφερε τον ανασκαφέα της Κνωσού, τον Άρθουρ Έβανς στο νησί
μας. Ο λόγος για τις “γαλόπετρες” Μινωικούς δηλαδή σφραγιδόλιθους με
ιερογλυφικά σύμβολα τα οποία , σύμφωνα με τον γοητευτικό θρύλο που
επικρατούσε στο νησί, οι γυναίκες συνήθιζαν να φορούν σαν φυλακτά
πιστεύοντας ότι είχαν την ικανότητα να δίνουν περισσότερο γάλα σε αυτές
που είχαν μόλις γεννήσει , Οι “γαλόπετρες” τράβηξαν την προσοχή του
Άρθουρ Έβανς, ο οποίος ήταν σίγουρος ότι έκρυβαν ένα πολύτιμο μυστικό
στα χαραγμένα σύμβολά τους, αυτό της γλώσσας των Μινωιτών.
Η πιο γνωστή γραφή της αρχαίας Κρήτης και κυρίως η πιο
γοητευτική, λόγω του ότι δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί παρά τις
προσπάθειες που έχουν γίνει, είναι βέβαια η Γραμμική Α καθώς και η, πιο
εξελιγμένη, Γραμμική Β του μετέπειτα Μυκηναϊκού κόσμου. Στην
Κρήτη όμως η γραφή προϋπήρχε με την μορφή ιερογλυφικών που χρονολογείται
στην εποχή των πρώτων ανακτόρων της Κρήτης. Στενή σχέση με τα Κρητικά
ιερογλυφικά έχει και η πρώτη Κυπριακή γραφή , η οποία μάλιστα ονομάστηκε
Κυπρομινωική (2η χιλιετία π.Χ.) .
Τα Κρητικά ιερογλυφικά παρουσιάζονται στην Κρήτη περί το 2000 π.Χ., την
εποχή των πρώτων ανακτόρων της Μινωικής Κρήτης. Η ονομασία “ιερογλυφικά”
ανήκει στον Άρθουρ Εβανς, ο οποίος ήταν τόσο επηρεασμένος από τον
Αιγυπτιακό πολιτισμό που έβλεπε παντού Αιγυπτιακές επιρροές.
Τα Κρητικά ιερογλυφικά εμφανίζονται σε ολόκληρη σχεδόν την Κρήτη, πάνω
σε μαλακές πέτρες όπως ο στεατίτης, αλλά ακόμα και σε πινακίδες ή πήλινα
σφραγίσματα. Για το ακριβές πάντως περιεχόμενο και την μορφή που είχαν
δεν μπορούν να γίνουν παρά εικασίες καθώς οι πιθανότητες
αποκρυπτογράφησης είναι πολύ περιορισμένες, λόγω του μικρού αριθμού των
υπαρχόντων ιερογλυφικών.
Στην Νεοανακτορική περίοδο συναντάμε μια νέα γραφή στο νησί, η οποία
λόγω των χαρακτηριστικών της ονομάστηκε από τον Άρθουρ Εβανς Γραμμική Α.
Η γραφή αυτή δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί ενώ για την γλώσσα που
κρύβεται πίσω από τα σύμβολα αυτά έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς διάφορες
θεωρίες, χωρίς ωστόσο να έχουν επιβεβαιωθεί.
Στο πλαίσιο των γραφών της Μινωικής Κρήτης εντάσσεται και η γλώσσα του Δίσκου της Φαιστού,
ο οποίος ανακαλύφθηκε από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή στα 1908. Η
γραφή του δίσκου που έχει προβληματίσει τους ειδικούς και έχει γίνει το
αντικείμενο πολλών μελετών, χωρίς όμως αποτελεσματική αποκρυπτογράφηση,
αποτελείται από ιδεογραφικά σύμβολα τα οποία έχουν αποτυπωθεί στον πηλό
με σφραγίδες σε σπειροειδή διάταξη. Ο δίσκος της Φαιστού χαρακτηρίζεται
από αρχαιολόγους και γλωσσολόγους ως “unicum” = μοναδικός.
Από την Γραμμική Α μέσω της σταδιακής μείωσης των
συμβόλων και την ταυτόχρονη εισαγωγή νέων προήλθε η Γραμμική Β, μια
καθαρά Ελληνική γραφή που μαρτυρεί την Ομηρική γλώσσα. Η Γραμμική Β
παρουσιάζεται κυρίως σε πήλινες πινακίδες οι οποίες διασώθηκαν τυχαία
καθώς ψήθηκαν από την καταστροφική φωτιά που μετέτρεψε τα μεγαλειώδη
Μινωικά ανάκτορα σε ερείπια.
Οι πρώτες πήλινες πινακίδες Γραμμικής Β ανακαλύφθηκαν από τον πρώτο
ανασκαφέα της Κνωσού, τον Μίνωα Καλοκαιρινό και αργότερα από τον Άρθουρ
Εβανς που επανέλαβε τις ανασκαφές στο ανάκτορο το 1900.
Η Γραμμική Β αποτελείται από ιδεογράμματα (πχ. αυτά που υποδηλώνουν τον
άντρα και την γυναίκα), 87 συλλαβογράμματα, αριθμητικά σύμβολα (δεκαδικό
σύστημα) και σύμβολα μέτρων και σταθμών (σε δεκαδικό σύστημα). Σε
αρκετές περιπτώσεις παρατηρείται συνδυασμός ιδεογράμματος και
συλλαβογράμματος. Η μεταγραφή των νοημάτων γίνεται με λατινική γραφή
(πχ. η Κνωσός ως Ko-no-so ή η Αμνισός ως A-mi-ni-so)
Η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β δεν ήταν έργο κάποιου αρχαιολόγου,
αλλά ενός αρχιτέκτονα, του Michael Ventris, ο οποίος κατάφερε να την
διαβάσει στα 1952, αφού βεβαίως προηγήθηκαν αρκετές προσπάθειες από
πολλούς ερευνητές. Ο Βέντρις για την αποκρυπτογράφησή του στηρίχθηκε
στην εσωτερική ανάλυση των κειμένων της Γραμμικής Β προσδιορίζοντας
αρχικά την συχνότητα με την οποία εμφανίζονταν τα διάφορα σημεία.
Όσον αφορά στα υπόλοιπα μυστικά που κρύβουν οι άλλες γραφές των προγόνων
μας και κυρίως η Γραμμική Α , αυτά ενδεχομένως να μην ξεκλειδωθούν
ποτέ. Είτε έτσι όμως είτε αλλιώς η γοητεία που προσδίδει το μυστήριο
είναι δεδομένη. Όπως δεδομένη και η αέναη αναζήτηση της αλήθειας που
κρύβεται πίσω τους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου