υπό Ανδρέα Ανδρέαδου (Υφηγητού της
Πολιτικής Οικονομίας και Δημοσιολογίας εν τω Εθν. Πανεπιστημίω.
Διδάκτορος του Δικαίου. Διδάκτορος των Πολιτικών και Οικονομικών
Επιστημών. Lauréat της εν Παρισίοις Νομικής Σχολής)
Αλλ' έλθωμεν νυν εις τα καθ' έκαστα. Πλείονα των δύο ετών είχον
παρέλθη αφ' ης στιγμής, υψωθείσης εν Αγία Λαύρα της σημαίας της
ελευθερίας, διεξήγετο υφ' ημών κατά γην και κατά θάλασσαν
πεισματώδης και ως επί το πολύ νικηφόρος αγών. Επί μακρόν ο αγών ούτος ετρέφετο δια των γλίσχρων δημοσίων προσόδων
(15), της λαφυραγωγίας και γενναίων ιδιωτικών συνεισφορών (
16). Ήτο δ' όμως προφανές ότι τοιούτον σύστημα δεν ηδύνατο να
επικρατήση επί πολύ, διότι αι δημόσιαι πρόσοδοι ήσαν εις άκρον
περιωρισμέναι, οι λαφυραγωγούμενοι Τούρκοι ταχέως εξέλιπον (17)
και οι ημέτεροι εξηντλούντο οσημέραι. Προς τούτοις το ιδιόρρυθμον
εκείνο δημοσιονομικόν σύστημα, εάν οπωσδήποτε επήρκει εις
ολιγοδάπανα τοπικά στρατεύματα και εις βραχείας και αυτοσχεδίους
εκστρατείας, δεν ήτο δυνατόν ν' ανταποκριθή εις τας ανάγκας
κραταιού στόλου (18) ή εις προμεμελετημένην και οπωσούν μακράν
στρατιωτικήν επιχείρησιν. Η ανάγκη δανείου εξωτερικού εγίνετο
συνεπώς καθ' ημέραν επιτακτικωτέρα, συνάμα δε η εξεύρεσις αυτού
καθίστατο πιθανή ως εκ της ευτυχούς τροπής ην είχε λάβη ο αγών. Ήρξαντο λοιπόν να γίνωνται αμφοτέρωθεν δοκιμαί, αποστελλομένων
Ελλήνων προς εξεύρεσιν ευρωπαίων δανειστών και κατερχομένων εις
Ελλάδα αυτεπαγγέλτων μεσιτών. Ούτως ο Άρειος Πάγος της Χέρσου Ελλάδος εψήφισε τη 23 Νοεμβρίου
1821 την σύναψιν δανείου 150,000 φλωρινίων, αποσβεστέου εντός πέντε
ετών, ανέθηκε δε την διαπραγμάτευση αυτού εις τον Βαρώνον Θεοχάρην,
τον Χ. Δροσινόν και τον Κεφαλάν Ολύμπιον, πέμψας τον τελευταίον
τούτων εις Ευρώπην (19).
Ούτως επίσης ο Μεταξάς και ο Jourdain ήρξαντο διαπραγματευόμενοι
δάνειον τεσσάρων εκατομμυρίων φράγκων μετά των ιπποτών της Ρόδου.
Αι παράδοξοι περί του δανείου τούτου διαπραγματεύσεις, περί ων
εύρηνται εκτενείς πληροφορίαι εν τω γνωστώ έργω του Jourdain:
Mémoires historiques et militaires sur les événements de la
Grèce depuis 1822, jus qu' au combat de Navarin (τόμ. α', σελ.
187 - 250 και 269 - 300) συνήφθησαν ως εξής:
Ο Jourdain είχε σταλή υπό του Μεταξά εξ' Αγκώνης εις Παρισίους δια
να διαπραγματευθή δάνειον. Εκεί εγνωρίσθη μετά του Raoul, δικηγόρου
του Τάγματος του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ, όπερ από της
απωλείας της Μελίτης προσεπάθει παντί σθένει ν' ανακτήση χώρας
τινάς, ίνα ανασυσταθή ως πολιτεία. Οι ιππόται εδείχθησαν πρόθυμοι
να δανείσωσι 4 εκατομμύρια, απαιτήσαντες ως αντάλλαγμα την
κυριαρχίαν την άλλοτε εν τη κατοχή του τάγματος νήσων Ρόδου,
Σκαρπάθου και Αστυπαλαίας, μέχρι δε της κυριεύσεως και παραχωρήσεως
αυτών την προσωρινήν κατοχήν της Σύρου καί τινων των επί της
μεσημβρινοδυτικής πλευράς της Πελοποννήσου ερημονήσων.
|
Ανδρέας Μεταξάς |
Aλλ' επειδή το τάγμα ούτε δύναμιν στρατιωτικήν είχεν ούτε δάνεια
εύρισκεν, συνήνεσεν ο Jourdain όχι μόνον να συναφθή το δάνειον των
4 εκατομμυρίων εν ονόματι της Ελληνικής κυβερνήσεως, αλλά και να
δανεισθή αύτη άλλα 6 εκατομμύρια προς χρήσιν αυτού του τάγματος
(βλ. το κείμενον της συμβάσεως της υπογραφείσης υπό του Jourdain τη
18η Ιουλίου 1823, αυτόθι σελ. 190 - 199). Ένα μήνα μετά την
υπογραφήν της συμβάσεως έστειλαν οι ιππόται και πρέσβυν εις Ελλάδα
τον Μαρκήσιον de Saint - Croix Molay. Αλλ' οι Έλληνες, λέγει ο
Τρικούπης (τόμ. γ', σελ. 100) χλευάζοντες τα γενόμενα και την
συνθήκην απέρριψαν και τον πρέσβυν απέπεμψαν (20).
Αφ' ετέρου, και παραλλήλως προς τους εν Ευρώπη πεμπομένους
πρέσβεις, η Κυβέρνησις, τη μαρτυρία του Μαυροκορδάτου (21)
έλαβεν επανειλημμένως προτάσεις δανείου: α') παρά τινος Roupenthal,
όστις εφημίζετο ως έχων σχέσεις μετά του Laffite· β') παρά του
Ποερίου, υπασπιστού του στρατηγού Πέπε, όστις υπέβαλεν όχι έν, αλλά
τρία σχέδια δανείου, το του Πέπε, το του Gregory, εμπόρου εν
Λονδίνω, και το του Άγγλου χιλιάρχου John Dogle· γ') παρά τινος
Robert Peacock, όστις ήλθεν εις Τριπολιτζάν, συνοδευόμενος υπό του
Σπυρίδωνος Κοργιαλενίου (22) και φέρων προτάσεις του κόμητος de
Wuitz, πρώην στρατηγού εις την δούλευσιν της Ρωσίας και σχετικού
της εταιρείας των Ινδιών.
Και είναι μεν αληθές ότι αι πλείσται των προτάσεων τούτων δεν ήσαν
σοβαραί (23), αυτός όμως ο αριθμός των δεικνύει πόσον η ιδέα
ελληνικού δανείου είχεν ωριμάση εν Ευρώπη. Δεν έλειπε πλέον ή να
παρουσιασθή η κατάλληλος ευκαιρία, ανεφάνη δ' αύτη ως εξής: Μεταξύ των Ελλήνων των ασχολουμένων εις εξεύρεσιν δανείου ήτο και ο
Ανδρέας Λουριώτης, όστις, αφ' ου επεσκέφθη την Ισπανίαν και
Πορτογαλλίαν, μετέβη εις Αγγλίαν, όπου εγνώρισε τον Blaquière. Ο
Blaquière παρουσίασε τον Λουριώτην εις τους κυριωτέρους εν Λονδίνω
φιλέλληνας, οίτινες βολιδοσκοπηθέντες περί δανείου δεν απέρριψαν
μεν την ιδέαν κατ' αρχήν, αλλ' απεφάσισαν, κατόπιν συμβουλίου
γενομένου τη 3η Μαρτίου 1823 να πέμψωσιν εις την Ελλάδα τον
Blaquière και τον Λουριώτην, όπως λάβωσιν ακριβεστέραν ιδέαν της
εκεί καταστάσεως.
Η εν Τριπολιτζά προσωρινή κυβέρνησις ενθουσιωδώς ητένισε προς
επιχείρησιν, από της οποίας την έκβασιν, όπως έγραψεν ο
Μαυροκορδάτος, ηλπίζετο κυρίως των Ελληνικών πραγμάτων η πρόοδος.
Ήτο δε πράγματι η κατάστασις ελεεινή. Τα τακτικά έσοδα, καίτοι δεν
εκάλυπτον καν το τρίτον των εξόδων (24), ήσαν αβέβαια εις άκρον
(το ήμισυ εξ αυτών προήρχετο εκ Κρήτης). Η εν τω εσωτερικώ
εξεύρεσις εκτάκτων εσόδων ήτο αφ' ετέρου αδύνατος· αι εθνικαί
ομολογίαι επραγματοποιούντο προς 15 - 17% τις εκατώ της ονοματικής
αυτών αξίας. Αυτοί οι ιδιώται ήσαν τοσούτον εξηντλημένοι
οικονομικώς, ώστε δεν ευρίσκετο ο δανείζων τα απαιτούμενα δεκαοκτώ
τάλληρα διά να σταλή ο Πραΐδης εν Κεφαλληνία, όπως προσκαλέση
επισήμως εις την Ελλάδα τον Βύρωνα. Μόλις λοιπόν ο Λουριώτης ανεκοίνωσε τας ευμενείς διαθέσεις του
φιλελληνικού κομιτάτου, το διοικητικόν σώμα, δια διατάγματος της
2ας Ιουνίου 1823, έδωκε πληρεξουσιότητα εις τους κ. κ. I. Ορλάνδον,
I. Ζαΐμην και Α. Λουριώτην να συνάψωσι δάνειον τεσσάρων μιλλιουνίων
ταλλήρων Ισπανικών, καθ' ον αν κρίνωσι συμφορώτερον τρόπον. Τη δε
24η του αυτού μηνός ο Α. Μαυροκορδάτος εν θαυμάσια επιστολή έδιδε
μακράς οδηγίας ως προς την σύναψιν του δανείου και την προς τας
ξένας Δυνάμεις, ιδίως την Αγγλίαν, τηρητέαν στάσιν (25).
Πριν ή όμως το δάνειον συναφθή, παρήλθον σχεδόν οκτώ μήνες, τούτο
μεν ένεκα των αδιακόπων εσωτερικών σπαραγμών, οίτινες από της
εποχής εκείνης ήρξαντο εκδηλούμενοι και κατά Νοέμβριον κατέληξαν
εις τον πρώτον εμφύλιον πόλεμον, τούτο δε διότι η χρηματική απορία
της Κυβερνήσεως, ην ήδη περιεγράψαμεν, είχεν επιδεινωθη εις
τοιούτον σημείον, ώστε η Κυβέρνησις δεν ηδύνατο να εύρη τα αναγκαία
χρήματα, όπως αποστείλη τους αντιπροσώπους αυτής εις Λονδίνον. Και
οι τρεις αντιπρόσωποι της Ελλάδος είχον μεν εφοδιασθή δι' εθνικών
ομολογιών αξίας 100,000 γροσίων, εξαργυρωτέων εις τας Ιονίους
νήσους, αλλ' αφικόμενοι εκεί, ουδένα εύρισκον πρόθυμον εξαργυρωτήν.
Εδέησε δε να επέμβη ο Βύρων, παρέχων εις την ελληνικήν κυβέρνησιν
δάνειον 4,000 λιρών, όπως δυνηθώσι να φθάσωσιν εις Λονδίνον. Αλλ' όμως η βραδύτης αύτη υπήρξεν υπό πολλάς επόψεις ευτυχής.
Πρώτον το έδαφος είχε προπαρασκευασθή καταλλήλως υπό του
Blaquière, όστις δια του Report of the present state of the Greek
federation, υποβληθέντος τη 23η Σεπτεμβρίου εις το Greek Committee,
είχε ζωγραφήση δια ροδίνων χρωμάτων τα εν Ελλάδι και διαθέση λίαν
ευνοϊκώς την κοινήν γνώμην. Δεύτερον η Αγγλία διήρχετο τότε ένα εκ
των κερδοσκοπικών εκείνων πυρετών, οίτινες περιοδικώς αναφαινόμενοι
ωθούσι τον κόσμον του Άστεως εις τας μάλλον επισφαλείς επιχειρήσεις
(26).
Η κερδοσκοπική περίοδος, ήτις ήρξατο αναπτυσσομένη μεσούντος του
l823, και ην περιεγράψαμεν αλλαχού δια μακρών (27), ιδιάζον
χαρακτηριστικόν έχει την ακράτητον ροπήν προς δάνεια ξένων κρατών
(28) και δη κρατών μη επισήμως ανεγνωρισμένων, οία ήσαν λ. χ.
τότε η Βρασιλία, η Χιλή, η Κολομβία κτλ. Δάνειον λοιπόν
συναπτόμενον υπό λαού, ου τα κατορθώματα ελάμπρυνε και απαράμιλλος
προπατορική αίγλη, δεν ήτο δυνατόν ή να στεφθή υπό πλήρους
επιτυχίας. Πράγματι όχι μόνον το υπό της επισήμου Ελληνικής κυβερνήσεως
συναπτόμενον δάνειον ήτο εκδεδομένον τη 21 Φεβρουαρίου, ήτοι μόλις
25 ημέρας μετά την άφιξιν των Ελλήνων πληρεξουσίων (29), αλλά
και, εν μέσω του υπέρ της Ελληνικής υποθέσεως ενθουσιασμού και της
κερδοσκοπικής μανίας, ευρίσκοντο εν Αγγλία, ιδιώται πρόθυμοι να
συνάψωσι μετά τινων ελληνίδων επαρχιών (της Κύπρου, της Ηπείρου
κτλ.), έτι και σήμερον αλυτρώτων, δάνεια πληρωτέα άμα τη
απελευθερώσει αυτών.
Προς τούτοις δε σχετικώς προς την σύναψιν του επισήμου, ούτως
ειπείν, δανείου επετυγχάνοντο όροι πολύ ευνοϊκώτεροι εκείνων, ους
προδιέγραφον αι οδηγίαι του Μαυροκορδάτου.
Τω όντι κατά τας οδηγίας ταύτας α') το κεφάλαιον του δανείου,
ορισθέν κατ' αρχήν εις τέσσαρα εκατομμύρια ταλλήρων, ηδύνατο να
καταβιβασθή εις έν μόνον (30) β') διορία της αποσβέσεως ωρίζετο
από δέκα μέχρις είκοσιν ετών, και γ') ο τόκος από 6 - 8%
Οι δε αντιπρόσωποι επέτυχον α') κεφάλαιον 800,000 Λ. Σ., ήτοι το
αρχικώς ορισθέν κεφάλαιον β') διορίαν τριάκοντα και έξ ετών, του
δανείου αποσβεννυμένου χρεωλυτικώς, διά χρεωλυσίου 1%· γ') τόκον
5%. Επίσης επετεύχθησαν λίαν ευνοϊκοί όροι ως προς την προμήθειαν
και τα δια την αποστολήν ασφάλιστρα (31). Τέλος το δάνειον
εξεδόθη προς 59% της ονοματικής αξίας, ήτοι υφ' ους όρους περίπου
προέβλεπεν η Ελληνική κυβέρνησις (32).
Ως εγγύησις εδίδοντο διά μεν την πληρωμήν των τόκων πάντα τα
δημόσια έσοδα, διά δε την πληρωμήν του κεφαλαίου πάντα τα εθνικά
κτήματα (33). — Εκρατούντο δ' εκ του κεφαλαίου και ποσά ικανά
όπως εξασφαλισθή η πληρωμή των τόκων κατά τα δύο πρώτα έτη. Και ταύτα μεν περί της εκδόσεως του α' εξωτερικού ημών δανείου·
ίδωμεν δε νυν τα κατά την αποστολήν και εξετάσωμεν την χρήσιν των
εξ αυτού προελθόντων χρημάτων.
Το δάνειον των 800,000, ούτινος την έκδοσιν είχον αναλάβη οι κ. κ.
Loughman, O'brien, Ellice και Σα, εξεδόθη, ως ήδη γνωστόν, προς
59%, το πραγματικώς άρα δανεισθέν ποσόν ανέρχεται εις 472,000 Λ.
Αλλ' εκ τούτων οι εκδίδοντες τραπεζίται εκράτησαν διά τόκους δύο
ετών προκαταβλητέους 80,000 Λ., διά χρεώλυτρα επίσης δύο ετών
16,000 Λ., διά προμήθειαν επί της πληρωμής των τόκων, προς 2/5%,
3,200 Λ., ήτοι εν όλω 123,000 Λ. Τούτων αφαιρεθεισών από του
πραγματικού κεφαλαίου των 472,000 εξεκαθαρίσθησαν οριστικώς 348,800
Λ.
Το ποσόν δεν ήτο ευτελές, το δε Greek committee, όπερ, αναλαβόν την
ηθικήν ευθύνην του δανείου, ανέλαβε και τα της αποστολής αυτού,
ήρχισε φοβούμενον μήπως δεν εκπληρωθή ο προορισμός των μετά τόσων
κόπων πορισθέντων χρημάτων, και τούτο, τοσούτω μάλλον, καθ' όσον τα
πάντα εν Ελλάδι ήσαν ανάστατα (34). Ωρίσθη λοιπόν όπως τα
χρήματα, στελλόμενα προς τον εν Ζακύνθω Καίσαρα Λογοθέτην εντόπιον
και τον εκεί άγγλον έμπορον Σ. Βαρφ, μη δίδωνται παρ' αυτών τη
Ελληνική κυβερνήσει, ειμή τη συναινέσει του Βύρωνος, του
συνταγματάρχου Στάνχωπ και του Λαζάρου Κουντουριώτου.
Εκ της διαταγής ταύτης επήγασαν πολλαί βραδύτητες, διότι, θανόντος
εν τω μεταξύ του Βύρωνος, ούτινος απητείτο η συγκατάθεσις, εδέησε
να ζητηθώσι νέαι οδηγίαι εκ Λονδίνου. Αι δε αναβολαί αύται ολίγου
δειν προεκάλεσαν καταστροφήν ως εκ της επαπειλουμένης επεμβάσεως
του επί των Ιονίων νήσων Άγγλου αρμοστού (35). Τέλος όμως
έφθασαν νέαι οδηγίαι και παρεδόθησαν τη Ελληνική κυβερνήσει περίπου
308,000 Λ. εις μετρητά και 11,900 Λ. εις πολεμεφόδια, μεινασών εν
Λονδίνω των υπολοίπων 28,100 Λ. Δυστυχώς αι μετά τόσων περιπετειών κομισθείσαι 308,000 Λ., καθώς
και σχεδόν όλα τα εκ του δευτέρου δανείου, περί ου εντός ολίγου,
εκκαθαρισθέντα και εις Ελλάδα μεταβιβασθέντα, αφιερώθησαν όχι εις
τον υπέρ ελευθερίας, αλλ' εις τον υπέρ ηγεμονίας και πρωτείων
αγώνα, εχρησίμευσαν δε μόνον όπως περατωθώσιν οι εμφύλιοι πόλεμοι,
ους αυτά ταύτα τα δάνεια κατά μέγα μέρος προεκάλεσαν (36).
Την απαισίαν ταύτην χρήσιν των Αγγλικών χρημάτων μαρτυρούσι πάντες
σχεδόν οι ιστορικοί (37), περιγράφει δε μετά πλείστων
λεπτομερειών και προφανούς χαιρεκακίας ο Finlay, όστις κατηγορεί τα
μέλη του εκτελεστικού ως εξοδεύσαντα τα χρήματα μετ' ατιμίας και
αφροσύνης, τους κυριοτέρους οπλαρχηγούς ως δωροδοκουμένους όπως
επιτεθώσι κατά των συμπατριωτών αυτών, και τα μέλη του νομοθετικού
ως καταναλώσαντα ουχί μικρά ποσά εν συντροφία πολυαρίθμων πολιτικών
οπαδών, πομπωδώς ονομαζομένων δημοσίων υπαλλήλων. Προς επίρρωσιν των κατηγοριών αυτού ο Finlay αφιεροί επτά
ολοκλήρους σελίδας μαρτυριών (38), όταν όμως αναγκάζεται να
περιγράψη την υπό Άγγλων και Αμερικανών αθλίαν χρήσιν του β'
δανείου, περιορίζεται εις τρεις γραμμάς. Τον περίεργον τούτον
τρόπον του ιστορείν κατακρίνει ο Γερβίνος λέγων (39):
«Ο Finlay, περιγράφων λεπτομερώς τον τρόπον καθ' ον η Ελληνική
κυβέρνησις εσπατάλησε τα δάνεια, ευρίσκει μεγάλην ευχαρίστησιν
επιμένων εις μακράν σειράν κατηγοριών, εξ ων ουδεμία σχεδόν είναι
εσταθμισμένη μετά δικαιοσύνης, αλλ' αίτινες, και ορθαί εάν ήσαν, θα
επέρριπτον επί λαού πτωχών κλεφτών, θαμβωθέντων υπό της αιφνίδιου
κτήσεως πλούτου, πολύ μικροτέραν ατιμίαν εκείνης, δι' ης
εκαλύφθησαν έθνη, άτινα, καταλεγόμενα μεταξύ των πλουσιωτέρων και
των μάλλον πεπολιτισμένων, έκλεπτον τους κλέπτας εκείνους κατ'
αυτήν την στιγμήν της αγωνίας των».
Την ορθότητα των παρατηρήσεων του Γερβίνου θα κατανοήσωμεν κάλλιον
μελετώντες τα κατά το δεύτερον δάνειον.
Σημειώσεις
15) Των προσόδων τούτων δύναται να δώση ιδέαν τινά ο εις την εν
Άστρει β' εθνοσυνέλευσιν υποβληθείς
υποθετικός προϋπολογισμός
(βλ. Μάμουκαν, αυτόθι τόμ. γ' σελ. 24 - 59).
Κατά το έγγραφον εκείνο, τα έσοδα προϋπελογίζοντο εις 12,846,220
γρ. και τα έξοδα εις 38,616,000 γρ. Σημειωτέον προς τούτοις, ότι η
επιτροπή εδήλωσεν ότι μόνον διά τα έξοδα επλησίασεν εις την
αλήθειαν, δια δε τα έσοδα, επειδή δεν είχεν ουδεμίαν θετικήν
πληροφορίαν, εβασίσθη μόνον εις τους υπολογισμούς των πληρεξουσίων
των διαφόρων επαρχιών.
Οπωσδήποτε τα προϋπολογισθέντα κεφάλαια εσόδων ήσαν τα εξής:
Έσοδα | Κρήτης | 7,383,620 | γρ. |
» | Νήσων | 1,419,100 | » |
» | Ανατ. Ελλάδος | 708,200 | » |
» | Δυτ. Ελλάδος | 729,500 | » |
» | Πελοποννήσου | 2,605,800 | » |
Το φορολογικόν σύστημα ήτο το Τουρκικόν, εκτός μερικών
καταδυναστικών φόρων, και ουκ ην δυνατόν άλλως. Αι εθνικαί γαίαι
και τα νομήματα διβάρια ή ιχθυοτροφεία κτλ. απέφερον ουκ ολίγα·
μόναι αι πρόσοδοι των εθνικών ελαιών Κρήτης ανήρχοντο εις 5,000,000
γρ. Η σταφίς φαίνεται σχεδόν μη υπάρχουσα, αναφέρεται δε μόνον εν
τω προϋπολογισμώ της επαρχίας Βοστίτζης διά 30,000 γρ. περίπου ή
73,000 λ. και παρέργως εν τω προϋπολογισμώ Μεσολογγίου.
Ιδού χάριν περιεργίας ο προϋπολογισμός της επαρχίας Αττικής (ή
Αθηνών όπως εκαλείτο τότε).
Από | δέκατα σταροκριθαρίου και εθνικών γαιών | = | 72,000 | γρ. |
» | Εθνικούς μύλους, εργοστάσια και περιβόλια | = | 40,000 | » |
» | Δουγάνες (Τελωνεία.) | = | 15,000 | » |
» | δέκατα ελαίων και εθνικά έλαια | = | 175 | » |
|
|
| ______ |
|
|
|
| 302,000 | » |
Ως προς τα έξοδα ο γενικός προϋπολογισμός δεν ποιείται μνείαν ειμή
περί των εξόδων του εξαμήνου Μαΐου - Νοεμβρίου. Διαιρεί δε τας
δαπάνας εις:
α)
Έξοδα ναυτικά. — Τα έξοδα ενός πλοίου προϋπολογίζονται εις
10,800 γρ. κατά μήνα, μετά δε των εξόδων συντηρήσεως και επισκευής
ανέρχονται εις 13,130. Τα εξήκοντα λοιπόν
καράβια του εθν. στόλου
απαιτούσι 780,000 γρ. κατά μήνα, εις α προσθετέον και 400,000 γρ.
δια πολεμεφόδια. —
Σύνολον ναυτικού προϋπολογισμού 1,180,100 γρ.
μηνιαίως.
β')
Έξοδα στρατιωτικά. — Η Ελλάς συνετήρει τριών ειδών
στρατεύματα:
1ον) Στρατεύματα δια πολιορκίαν διαφόρων φρουρίων (Κορώνης,
Μεθώνης, Πατρών, Κορίνθου) και δια κατοχήν Κρήτης | = | 18,300 | άνδρες |
2ον) Στρατεύματα δια το εσωτερικόν | = | 6,050 | » |
3ον) Στρατεύματα δι' εκστρατείας | = | 26,650 | » |
|
| _________ |
|
|
| 51,000 | » |
Διά τας 51,000 ταύτας ανδρών εδαπανώντο κατά μήνα 2,044,000 γρ., ο
δε οπλισμός των απήτει άλλας 400,000 γρ. Ώστε ναυτικός και
στρατιωτικός προϋπολογισμός ανήρχοντο κατά μήνα εις 3,624,000 γρ. Η
άλλη διοίκησις υπέθετεν έξοδα μόνον 500,000 γρ. Το σύνολον των
εξόδων ήτο λοιπόν 4,124,000 γρ. κατά μήνα ή 24,724,000 από Μαΐου
μέχρι Νοεμβρίου. Διά τους χειμερινούς μήνας τα έξοδα υπελογίζοντο
μόνον εις το ήμισυ. Έχομεν συνεπώς σύνολον εξόδων 38,616,000
γροσίων απέναντι εσόδων 12,846,220 γρ.
Βεβαίως δεν δυνάμεθα να δώσωμεν απόλυτον πίστιν εις τους άνω
αριθμούς. Ουχ ήττον ο προϋπολογισμός ο υποβληθείς εις την β'
εθνοσυνέλευσιν τη l5η Απριλίου 1823, όσον
υποθετικός και αν
είναι, διαφωτίζει μεγάλως την δημοσιονομικήν ιστορίαν της
επαναστάσεως. Δι' αυτού γνωρίζομεν ότι, και καθ' ην εποχήν τα
πράγματα ήσαν ευνοϊκά, τα έσοδα δεν ανήρχοντο, κατά τους
αισιοδοξοτέρους υπολογισμούς, ούτε καν εις το τρίτον των εξόδων.
Μανθάνομεν επίσης ότι πλέον του ημίσεος των εσόδων προήρχετο εκ
Κρήτης. Άρα προ της καταλήψεως της μεγαλονήσου ταύτης αι όλαι
πρόσοδοι, ας διέθετεν η Ελληνική κυβέρνησις μόλις υπερέβαινον τα
πέντε εκατομμύρια γροσίων.
Ολίγω βραδύτερον απολεσθείσης της Κρήτης, ο Gordon (History of the
Greek Revolution τ. β' σελ. 273) υπολογίζει και αυτός τα έσοδα της
Ελληνικής κυβερνήσεως κατά το 1825 εις 5,587,000 γρ. ή 93,000 λ.
στ., και επιβεβαιώνει ούτω τους υπολογισμούς της εν Άστρει
συνελεύσεως.
16) Αι συνεισφοραί αύται ήσαν ως επί το πολύ εκούσιαι, υπήρξαν
όμως και καταναγκαστικαί τοιαύται. Τύπος αναγκαστικής εισφοράς
υπήρξεν η υπό της Πελοποννησιακής γερουσίας θεσπισθείσα τη 22
Ιουλίου 1822. Το πρωτότυπον του θεσπίσματος εδημοσίευσεν ο κ.
Φωτήλας εν τη
Εστία της 2 Απρ. 1904. Ιδού αντίγραφον του
πολυτίμου τούτου εγγράφου:
«Η κινδυνεύουσα πατρίς προσκαλεί τους ευκαταστάτους να την
βοηθήσουν εις τον ιερόν αγώνα τον υπέρ της φυσικής, ηθικής και
πολιτικής υπάρξεώς της. Ώστε η Κεντρική Διοίκησις της Πελοποννήσου
και ο γενναιότατος στρατηγός κύριος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διά την
κοινήν σωτηρίαν της Ελλάδος εψηφίσαντο χρηματολογίαν παρά των
κάτωθι και αποστέλλουν καθ' όλην την Πελοπόννησον τους κυρίους
συγγερουσιαστάς Ανδρέαν Καλαμογδάρτην, Ηλίαν Καράπαυλον και
Χριστόδουλον Άχολον με τον φιλογενή κύριον Παναγιώτην
Σοφιανόπουλον, συνοδευομένους με την εκτελεστικήν δύναμιν προς τους
οποίους δίδουν όλην την πληρεξουσιότητα να βιάσουν τόσον τους
καταγεγραμμένους εις τον παρόντα κατάλογον, διά να λάβουν τας
προσδιωρισμένας ποσότητας, όσον και όσους άλλους γνωρίσουν
ευκαταστάτους εκτός του καταλόγου εις πάσαν επαρχίαν διά να λάβουν
όσα χρήματα κρίνουν εύλογον αναλόγως των καταστάσεων δίδοντες
απόδειξιν ισχύουσαν αντί της ακολούθως δοθησομένης τακτικής
ομολογίας παρά της διοικήσεως προς τους δανειστάς, προς τους
οποίους η Γερουσία και ο στρατηγός υπόσχονται εκ μέρους του έθνους
μετά την αποκατάστασίν του να πληρώσουν τα ληφθησόμενα δάνεια.»
Ο κατάλογος περιείχε συν τοις άλλοις και τα εξής ονόματα
ακολουθούμενα υπό των εξής ποσών:
Από την
Βοστίτζαν ο Δ. Μελετόπουλος 10,000, από την
Πράστα ο
Παν. και Αναγ. Τροχάνης 75,000, από τα
Καλάβρυτα ο Ασημάκης
Φωτήλας 18,000, ο Σ. Χαραλάμπης 30,000, ο I. Παπαδόπουλος 60,000
και οι Ζαϊμαίοι 20,000. Από το
Άργος ο Χ. Περούκας 25,000. Από
τας
Πάτρας ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος 15,000, ο Αθανάσιος
Κανακάρης 20,000, ο Ν. Λόντος 50,000, ο Π. Μπουκαούρης 10,000. Από
την
Καρύταιναν οι αδελφοί Δεληγιανναίοι 120,000, οι αδελφοί
Ταμπακόπουλοι 20,000. Από τον
Μιστρά ο Α. Κοπανίτζας 50,000, ο
Παν. Κρεββατάς 30,000, ο Άγιος Λακεδαιμονίων 15,000, οι Αδελφοί
Σαλταφέρα 10,000, ο Αναγν. Γραμματικάκης 15,000. Από την
Αρκαδίαν
ο Πρωτοσύγγελος Αμβρόσιος 25,000, ο Γρ. Πασχάλης 20,000, ο Θ.
Σκορδάκης 15,000. Από την
Γαστούνην ο Γ. Σισίνης 40,000, ο I.
Σισίνης 20,000. Από τον
Άγιον Πέτρον ο Π. Σαρίγιαννης 25,000. Από
την
Καλαμάταο Αθ. Κυριάκος 10,000. Από το
Νησίον οι Αδελφοί
Μιχαλόπουλοι 25,000...»
Το έγγραφον εγένετο εν Άργει τη 29 Ιουλίου 1822, φέρει δε εκτός των
υπογραφών και τας σφραγίδας της Πελοποννησιακής Γερουσίας και του
Θεοδώρου Κολοκοτρώνη.
Καίτοι δε, παρατηρεί η
Εστία, κατά την εποχήν εκείνην η
Πελοπόννησος είχε σχεδόν ερημωθή, το πλείστον δε των ακινήτων
κτήσεων είχε καταστραφή, εν τούτοις οι πλούσιοι της Πελοποννήσου
εις τας αποφάσεις της Γερουσίας υπείκοντες προσέφερον τα ορισθέντα
ποσά και συνελέγη ούτω το ποσόν του 1,066,000 γροσίων, το οποίον
αντιστοιχεί σήμερον εις 1,066,000 δραχμάς και πλέον.
17) Συστηματική λαφυραγωγία συνεπάγουσα την πώλησιν μέρους ή όλων
των λαφύρων προς όφελος του δημοσίου ήθελεν είναι ιδίως κατά τα
πρώτα έτη της Επαναστάσεως σπουδαιοτάτη πρόσοδος.
Είς δε των χρηστοτέρων ανδρών του αγώνος, ο Δ. Υψηλάντης,
προσεπάθησε να θέση ως κανόνα ότι μέρος των λαφύρων θα διετίθετο
υπέρ του κοινού ταμείου. Πλην ουδέν άλλο απέλαβεν, ή γέλωτα και
χλεύην. Μετά την άλωσιν της Τριπολιτζάς, εις ην δεν τω επετράπη να
παραστή, ο Κεφάλας προσήνεγκεν αυτώ δέκα χαλκά κοχλιάρια, ως μόνα
πρωτόλεια εις τον βωμόν της πατρίδος (Βλ. Μένδελσων - Βαρθόλδη,
μετάφρ. Άγγ. Βλάχου, τόμ. α' σελ. 322). Επίσης εκ των εν τω
Ακροκορίνθω διαφυλαττομένων θησαυρών μικρόν μέρος μόνον διετέθη
υπέρ των κοινών (αυτόθι, σελ. 325).
18) Περί του στόλου, βλ. άνω σημείωσι 15, τους προϋπολογισμούς
της επισήμου Ελλάδος. Κατά τον Πάλμα (Letters on Greece σελ. 17)
έκαστον πλοίον του στόλου, συνισταμένου τω 1825 εξ 90 — 100 πλοίων,
απήτει μηνιαίαν δαπάνην 10,000 γροσίων κατά μέσον όρον. Τα υλικά
έξοδα ανήρχοντο λοιπόν δι' έκαστον οκτάμηνον εις 8 εκατ. γροσίων,
ήτοι περίπου 4 εκατ. φράγκων. — Αμφότεροι οι προϋπολογισμοί ούτοι
έχουσιν υποθετικόν χαρακτήρα.
19) Βλ. Μάμουκαν, τόμ. α' σελ. 91 — 92. Αι σελίδες 93 — 94 του
αυτού τόμου περιέχουσι δύο αποδείξεις του Κεφαλά, ότι επί των
150,000 φλ. συνήψεν εν Ζυρίχη και Μασσαλία, τη 16 Σεπτ. και 16
Νοεμβρίου 1823, δύο δάνεια 40,000 και 62,000 φλωρινίων.
20) Είναι δίκαιον εξ άλλου ν' αναγραφή ότι οι ιππόται εποιήσαντο
σοβαράς προσπαθείας προς εξεύρεσιν δανείου: Πρώτον εν τη αγορά του
Λονδίνου δια των τραπεζιτών Hullet επεζητείτο δάνειον 640,000 Λ.
και δεύτερον εν Παρισίοις (βλ. Mémoire remis à un banquier de
Paris pour le déterminer à ouvrir un emprunt de 10 millions en
faveur de l'ordre de Malte. Ανετυπώθη εν τω έργω του Jourdain σελ.
269 - 283).
Ανεξαρτήτως των μετά των ιπποτών της Ρόδου διαπραγματεύσεων,
συνήφθησαν σχεδόν ταυτοχρόνως και άλλαι εν Ιταλία. Χάριν των
διαπραγματεύσεων τούτων έμειναν εν Αγκώνη, και μετά την αναχώρησιν
του Μεταξά, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Γ. Μαυρομιχάλης.
Προέκειτο περί δανείου ενός εκατομμυρίου ταλλήρων, ο δε Δ. Ρώμας
κατέβαλε πολλάς προσπαθείας προς συνομολόγησιν αυτού, ως δεικνύει
και η μετά του Γερμανού ωραία αυτού αλληλογραφία. Δυστυχώς τα
σχίσματα των Γραικών εμβάσασι εις υποψίας τους συντρόφους του
Τραπεζίτου, όστις επρόκειτο ν' αναλάβη το δάνειον, και αι
διαπραγματεύσεις εις ουδέν αποτέλεσμα κατέληξαν (βλ. ιδίως
επιστολήν 16/28 Φεβρ. 1824,
Αρχείον Ρώμα, σελ. 221).
21) Βλ. τας προς τους μετέπειτα πληρεξουσίους οδηγίας του
Μαυροκορδάτου,
Απολογία, σελ. 12 - 16.
22) Ο Κοργιαλένιος, ον ο Μαυροκορδάτος, ονομάζει «γνωστόν έμπορον
εν Κεφαλληνία», ανεμίχθη μεγάλως εις τα του Αγώνος, χρηματίσας και
τραπεζίτης του Βύρωνος.
23) Ούτως αι προτάσεις του Πέπε απερρίφθησαν υπό της Διοικήσεως
ως απαράδεκτοι. Η δε
Απολογία (σελ. 21) χαρακτηρίζει τους de
Wuitz και Roupenthal ως απλούς τυχοδιώκτας. Είναι βέβαιον ότι ο
πρώτος αναμιχθείς εις την υπόθεσιν του δανείου της Κύπρου (βλ. περί
του δανείου τούτου, κατωτέρω «...της Κύπρου, της Ηπείρου κτλ. . .»)
κατεδικάσθη υπό των Αγγλικών δικαστηρίων δι'
απάτην και δόλον.
Ο Roupenthal ανεμίχθη και αυτός εις την υπόθεσιν του δανείου
Μεσολογγίου (βλ.
Απολογίαν σελ. 194 - 195).
24) Βλ. άνω σημ. 15, προς το τέλος.
25) Βλ. το διάταγμα του εκτελεστικού και την επιστολήν του
Μαυροκορδάτου εν τη
Απολογία, σελ. 11 - 16.
26) Αι κρίσεις αύται προέρχονται συνήθως εκ της καταπτώσεως του
τρέχοντος τόκου, ην συνεπιφέρει η αφθονία του χρήματος. Τα κεφάλαια
τότε δεν ευρίσκουσι πλέον τοποθετήσεις ικανοποιητικάς άμα και
ασφαλείς, και άρχονται επιδιώκοντα τα υψηλότερα κέρδη, έστω και επί
ελάσσονι ασφαλεία, ολίγον δε κατ' ολίγον ο κόσμος καταλαμβάνεται
υπό αληθούς μανίας κερδοσκοπίας, αγούσης μοιραίως εις μεγάλας
καταστροφάς. Το φαινόμενον, ό περιγράφομεν, είναι τόσον γνωστόν,
ώστε κατέστη παροιμιώδες, λέγεται δε κοινώς εις τον αγγλικόν
εμπορικόν κόσμον ότι « ο John Bull αντέχει εις πάντα εκτός τόκου 2%
».
27) Βλ. την ημετέραν
Ιστορίαν της Τραπέζης της Αγγλίας τομ. δ'
σελ. 5 — 16.
28) Ιδού τα κατά την εποχήν ταύτην εκδοθέντα εν Λονδίνω δάνεια
μετά της τιμής της εκδόσεως αυτών (βλ. αυτόθι σελ. 8, σημείωσις.
Έτος 1822 | Χιλή | 1,000,000 | ΛΣ 70 |
| % |
| Κολομβία | 2,000,000 | 84 |
| » |
| Δανία | 2,000,000 | 77 | 1/2 | » |
| Περουβία | 450,000 | 88 |
| » |
| Ρωσία | 3,500,000 | 81 |
| » |
Έτος 1823 | Αυστρία | 1,500,000 | 82 |
| » |
| Πορτογαλλία | 1,500,000 | 87 |
| » |
Έτος 1824 | Βρασιλία | 1,686,000 | 75 |
| » |
| Αργεντινή | 1,000,000 | 85 |
| » |
| Κολομβία | 4,750,000 | 88 | 1/2 | » |
| Ελλάς | 800,000 | 59 |
| » |
| Μεξικόν | 3,200,000 | 58 |
| » |
| Νεάπολις | 2,500,000 | 91 | 1/2 | » |
| Περουβία | 750,000 | 82 |
| » |
Έτος 182 | Βρασιλία | 4,000,000 | 85 |
| » |
| Δανία | 3,500,000 | 75 |
| » |
| Ελλάς | 2,000,000 | 56 | 1/2 | » |
| Γουατεμάλα | 167,000 | 73 |
| » |
| Μεξικόν | 3,200,000 | 89 | 1/2 | » |
| Περουβία | 616,000 | 78 |
| » |
29) Οι πληρεξούσιοι έφθασαν εις Λονδίνον τη 21 Ιανουαρίου, ήτοι,
ως παρατηρεί ο Κορέσιος, εννέα ημέρας μετά τον θάνατον του
Μαίτλανδ.
30) Βλ. άρθρον ε' οδηγιών.
31) Η προμήθεια ωρίσθη εις τρία επί τοις εκατόν, τα δε
ασφάλιστρα, καίτοι η Ελλάς περιεκυκλούτο πανταχόθεν υπό πολεμίων,
εις 1 1/2. (Τα ασφάλιστρα της αποστολής του δανείου του 1825
ωρίσθησαν εις 1 5/9). Πόσον επιεικείς ήσαν οι τελευταίοι όροι
ούτοι, δύναταί τις ν' αντιληφθή, παρατηρών ότι ολίγον διέφερον των
ειδικών αναλόγων όρων του δανείου των 60 εκατ., περί ου μετά ταύτα,
δανείου συναφθέντος εν καιρώ ειρήνης και ηγγυημένου υπό τριών
μεγάλων Δυνάμεων.
32) Δεν θέλετε δεχθή, έλεγεν ο Μαυροκορδάτος, τιμήν ουσιωδώς
κατωτέραν των 60%.
33) Παράβ. την εν φυλλαδίω εκδοθείσαν εγκύκλιον του Committee of
Greek Bonholders, υφ' ημερομηνίαν της 7ης Νοεμβρίου 1862.
34) Εν σχέσει προς την αποστολήν των χρημάτων εν Ελλάδι, ο εκ
Τεργέστης Α. Μ. Αντωνόπουλος διεβίβαζε τω Δ. Ρώμα την εξής
επιστολήν, ην είχε λάβη εκ Λονδίνου (βλ.
Αρχείον Ρώμα σελ. 227 -
228).
«Λόνδρα τη 17η Φεβρουαρίου 1824.
»Το δάνειον των γραικών ετελείωσε προς 59 τα % από έν ρισπετάμπιλε
οσπίτιον . . . Ας γνωρίσουν οι γραικοί την χάριν εις το Κομιτάτον
και κατ' εξοχήν εις τον ακούραστον Bowring. Είνε δε σύμφωνον το
Κομιτάτον με τους Δεπουτάτους να σταλώσι τα χρήματα εις τον Λορδ
Byron και τον Colonel Stanhope διά να βαστάξουν αυτοί εις την
θέλησιν της Βουλής προς ωφέλειαν του Γένους,
χωρίς να τα
οικειοποιηθούν οι κλέπται».
35) Βλ. Μένδ. Βαρθόλδη, αυτόθι, σελ. 457. — Πολύ εκτενέστεραι
πληροφορίαι εύρηνται παρά τω Blaquière, Narrative of a Second
visit to Greece, ιδίως σελ. 5 και 14. Ο Blaquière είναι τοσούτω
μάλλον αξιόπιστος, καθ' όσον ούτος ήτο ο κομίσας τα χρήματα εις
Ζάκυνθον, το δε προμνησθέν έργον του περιέχει και περικοπάς
αλληλογραφίας διαμειφθείσης μεταξύ Blaquière και Μαυροκορδάτου διά
την παράδοσιν των κομισθέντων χρημάτων εις την Ελλάδα. Τέλος
προσθετέον ότι το αυτό έργον περιέχει την γνωστήν περιγραφήν των
τελευταίων ημερών του Βύρωνος.
36) Η εξουσία εφάνη τω όντι έτι μάλλον επίφθονος, ότε
συνεκέντρωσεν εις εαυτήν και την διάθεσιν σπουδαιοτάτων κεφαλαίων.
Όπως δε παρατηρεί και ο Palma (Letters on Greece σελ. 17), πρόφασις
του β' εμφυλίου σπαραγμού υπήρξεν, ότι η κυβέρνησις δεν ελογοδότει
περί των διά του δανείου πορισθέντων χρημάτων.
37) Βλ. Μένδελσων - Βαρθόλδη, αυτόθι σελ. 457 - 458. — Bulver -
(Η. L.). An autumn in Greece σελ. 14 - 17. Ο μετέπειτα πρεσβευτής
εν Κ/πόλει προσθέτει εν σημειώσει (σελ. 20): «The benefit of the
loan has been confined to the navy and the neighbourhood of Napoli
of Romania. Those who have not touched the dollars are disgusted at
the manner of their expenditure » — Renseignements sur la Grèce et
l'administration du Comte Capodistrias (Par un témoin occulaire
des faits qu'il rapporte) σελ. 118 - 123. Ο συγγραφεύς του
τελευταίου τούτου έργου (ο Βιάρος Καποδίστριας), μένεα πνέων κατά
του Κουντουριώτου, θεωρεί τούτον ως τον κύριον ένοχον της σπατάλης
των χρημάτων.
Οι ημέτεροι και οι προς ημάς φιλικώτατα διακείμενοι ιστορικοί
αποφεύγουσι να πραγματευθώσι το παρόν θέμα. Είς και μόνος
αναλαμβάνει την υπεράσπισιν της Ελληνικής κυβερνήσεως. Είναι δ'
ούτος ο φιλέλλην και ιπποτικός κόμης Palma. Ο ευγενής Ισπανός,
ακάματος υπέρμαχος της Ελληνικής υποθέσεως εν Αγγλία, υποστηρίζει
ότι τα χρήματα εξωδεύθησαν διά τον στόλον, και ότι ουδεμία σπατάλη
εγένετο. (Ότι το πλείστον των χρημάτων εδαπανήθη διά τον στόλον,
μαρτυρεί εκτός του Bulver και ο Finlay λέγων: «the waste of money
on the navy was even greater than on the army »).
38) Τινές των σελίδων τούτων, μεσταί πικρών αληθειών, είναι εκ
των ευφυεστέρων ας έγραψεν ο εν Αθήναις ανταποκριτής εκείνος του
Times. Ευφυεστάτη δε είναι εκείνη, εν η περιγράφει την καταλαβούσαν
τους πάντας μανίαν προς λαμπράς στολάς, αίτινες αδρά δαπάνη
εκομίζοντο εκ Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων. Η μανία αύτη είχε,
φαίνεται, μεταδοθή και εις τους προς άλλοτε εν ρεδιγκότη
αφικομένους εν Ναυπλίω επιστήμονας και Φαναριώτας, ων ο Finlay
δίδει την εξής, πλήρη ζωής, εικόνα: « Το βραχύ ανάστημα, αι λάλοι
γλώσσαι, αι στρεβλαί κνήμαι, και αι εβραϊκαί φυσιογνωμίαι των
Βυζαντινών τούτων μεταναστών, περιφερομένων εν βαρυτίμοις
αλβανικαίς περιβολαίς, απαστραπτόντων εκ λαμπρών αλλ' αχρήστων
όπλων, και ακολουθουμένων υπό βραχυσώμων τσιμπουκοφόρων και υψηλών
σωματοφυλάκων, εκίνουν την ζηλοτυπίαν και την περιφρόνησιν των
εντοπίων ».
39) Βλ. Γερβίνον, μετάφρασις γαλλική Minssen και Σγούτα τόμ. β'
σελ. 129 - l33. — Ίσως τις των αναγνωστών κατακρίνη ημάς ως
περιοριζομένους, επί τόσον σπουδαίου θέματος, εις την παράθεσιν
ξένων γνωμών. Αλλ' ενταύθα η παράθεσις των συγκρουομένων περικοπών
του Finlay και του Γερβίνου δεν είναι άλλο ή έκθεσις των επί του
θέματος ιδεών ημών. Στηλιτεύομεν πράγματι μετά του πρώτου την
φαυλότητα ή την αφροσύνην των τότε πολιτικών και στρατιωτικών
αρχηγών, νομίζομεν όμως ότι οι άνδρες εκείνοι δεν είναι δυνατόν να
κριθώσιν απολύτως, αλλ' ότι πρέπει να ληφθώσιν υπ' όψει οι όροι,
υφ' ους έζων και κατά την επανάστασιν και προ αυτής. Εν πάση δε
περιπτώσει τα εγκλήματα αυτών δεν πρέπει να κρίνωνται αυστηρότερον
ή τα των εν Λονδίνω και Νέα Υόρκη τραπεζιτών.